Ήταν μερικά χρόνια πριν στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών. Στην έδρα ο εισαγγελεύς Δεληδήμος. Άκουγε και αυτός επί ώρες τις διάφορες μπαρούφες που εκστόμιζαν οι κατηγορούμενοι και οι υπερασπιζόμενοι αυτούς δικηγόροι. Κάποια στιγμή αγανάκτησε και μόλις ολοκληρώθηκε μία υπόθεση ξεφύσηξε δυνατά και είπε αυτό που αποτελεί τον τίτλο τού παρόντος αρθριδίου.
Θυμήθηκα τη φράση-διαπίστωσή του αυτή καθώς έβλεπα τον επονομαζόμενο Φραπέ να φέρεται τσαμπουκαλίδικα στα μέλη της Επιτροπής τής Βουλής που εξετάζει το έγκλημα ΟΠΕΚΕΠΕ. Επικαλέσθηκε και αυτός το δικαίωμα του κατηγορουμένου στη σιωπή, μολονότι δεν ήταν κατηγορούμενος και είχε ορκισθεί να πει ως μάρτυς όλη την αλήθεια και μόνον την αλήθεια χωρίς να αποκρύψει τίποτε.
Άκουσα ότι η Ζωή υπέβαλε, ορθότατα, εναντίον του μήνυση για ψευδή κατάθεση. Μολονότι δεν ήταν αναγκαία. Σίγουρα οι εισαγγελείς θα είδαν το χάλι του κι έπρεπε να κινηθούν αυτεπαγγέλτως, δοθέντος ότι το αδίκημα τής ψευδούς κατάθεσης δεν διώκεται κατ’ έγκληση. Λέτε να τολμούσαν πολλοί εισαγγελείς;
Το Σύνταγμα απαγορεύει την απεργία των δικαστικών λειτουργών [«Άρθρο 23§2 Aπαγορεύεται η απεργία με οποιαδήποτε μορφή στους δικαστικούς λειτουργούς ..|,αλλά αυτοί απεργούν ονομάζοντας την απεργία τους «αποχή». Έχουν την απαίτηση, όμως, από τους πολίτες να τηρούν τον νόμο.
Σώτος