Γράφει ο Σωτήρης Καλαμίτσης.
Άμα τω ακούσματι της ειδήσεως ότι συνελήφθητε πωλώσα περιπόδια εν τη λαϊκή αγορά άνευ αδείας του αρμοδίου Αρχιδίου, ανεφώνησα περιχαρής: «Αν ο συλλαβών ταύτην γενναίος αστυφύλαξ μετετίθετο εις Αθήνας, θα εξηρθρούτο εν ριπή οφθαλμού ο Ρουβίκων και θα απελευθερούντο τα Εξάρχεια». Αμέσως μετά, όμως, συνελθών εθεώρησα χρέος μου να αμβλύνω την θλίψιν και την ταραχήν, τας οποίας ησθάνθητε κρατουμένη επί 12ωρον εις ευήλιον και άνετον, προφανώς, κρατητήριον αστυνομικού τμήματος άνευ τροφής, αλλά μετά φιάλης ύδατος προσφερθείσης ευγενώς υπό του Διοικητού του Τμήματος, καίτοι ούτος ήτο λίαν απησχολημένος [busy ως λέγουν οι πεπαιδευμένοι] με την διάταξιν των δυνάμεών του κατά την επικειμένην [και όχι επερχομένην ως λέγουν οι πεπαιδευμένοι] παρέλασιν επί τη επετείω της ενάρξεως της Επαναστάσεως, ώστε να αποφευχθεί το άδειν εθνικιστικά άσματα ως το «Μακεδονία ξακουστή, του Αλεξάνδρου η χώρα κ.λπ.» και άλλαι ακρότητες.












